Σάββατο 18 Απριλίου 2020

Ἡ Θεόσωμος Ταφὴ καὶ ἡ εἰς ᾍδου Κάθοδος


Ἡ Θεόσωμος Ταφὴ καὶ ἡ εἰς ᾍδου Κάθοδος

ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ*


Μάτην φυλάττεις τὸν Τάφον, κουστωδία·
Οὐ γὰρ καθέξει Τύμβος αὐτοζωΐαν.


Τό Ἅγιο καί Μεγάλο Σάββατο, ἑορτάζουμε τήν θεόσωμο ταφή τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ Θεοῦ καί Σωτῆρος μας, καί τήν κάθοδό Του στόν Ἅδη, διά τῶν ὁποίων τό ἀνθρώπινο γένος λυτρώθηκε ἀπ᾿ τή φθορά καί μετέβη στήν αἰώνια ζωή. Ἀπ᾿ ὅλες τίς ἄλλες ἡμέρες τοῦ χρόνου οἱ Ἁγίες Τεσσαρακοστές εἶναι ἀνώτερες κατά τόν σεβασμό· καί πάλι, ἀπ᾿ ὅλες τίς ἄλλες Τεσσαρακοστές ἀνώτερη εἶναι ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή· καί πάλι, ἀπό αὐτήν ἀνώτερη καί μεγαλύτερη εἶναι ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα· καί τέλος, ἀπ᾿ τήν Μεγάλη Ἑβδομάδα μεγαλύτερο καί θειότερο εἶναι τοῦτο τό μέγα καί Ἅγιο Σάββατο. Λέγεται δέ, μεγάλη Ἑβδομάδα καί μέγα Σάββατο, ὄχι ὅτι τάχα εἶναι οἱ ἡμέρες αὐτές μεγαλύτερες ἤ οἱ ὧρες, ἀλλ᾿ ἐπειδή τά μεγάλα καί ὑπερφυῆ τεράστια καί ἐξαίσια ἔργα τοῦ Σωτῆρος μας πραγματοποιήθηκαν καί συντελέσθηκαν κατά τή διάρκεια τούτης τῆς μεγάλης Ἑβδομάδος, διά τοῦτο λέγεται Μεγάλη.


Σήμερα ὁ Κύριος οὔτε ἔπραξε οὔτε ἔπαθε τίποτα πάνω στήν γῆ, ἀλλά σωματικῶς βρισκόταν κ᾿ ἐκείτετο στόν τάφο ἀπ᾿ τό ἑσπέρας τῆς Παρασκευῆς, καί ἡ Ἁγία του Ψυχή κατέβηκε στόν Ἅδη, γιά νά ἐγείρει ἀπό ᾿κεῖ τούς προπάτορες ἀντάμα μέ τόν ἑαυτό του. Καθώς ὅμως, στήν πρώτη κοσμογενεσία ὅλα τ᾿ ἄλλα ὁ Θεός στίς ἕξι ἡμέρες τά ἔκαμε, καί στήν ὑστερινή ἡμέρα, δηλαδή τήν ἕκτη, ἔπλασε καί τόν ἄνθρωπο, ἔσχατο καί ὁλοϋστερινό δημιούργημα· ἔπειτα τήν ἕβδομη μέρα ἔπαυσε ἀπ᾿ ὅλα του τά ἔργα καί τήν ἁγίασε καί Σάββατο τήν ὀνόμασε, πού θέλει νά πεῖ κατάπαυση¹. Μέ τέτοιο τρόπο καί δῶ, στήν ἐργασία τοῦ νοητοῦ καί πνευματικοῦ κόσμου, τά ἔπραξε ὅλα ἄριστα καί καθώς ἔπρεπε· καί πάλι στήν ἕκτη μέρα ἀνέπλασε τόν φθαρέντα ἄνθρωπο καί διά τοῦ ζωηφόρου Του Σταυροῦ καί τοῦ ἑκουσίου θανάτου τόν ἀνανέωσε, καί στήν ἕβδομη τούτη μέρα κατέπαυσε τήν τέλεια κατάπαυση τῶν ἔργων Του, καί κοιμήθηκε μέ τόν ζωοποιό καί σωτήριο ὕπνο, δηλαδή τόν θάνατο, τῆς δικῆς μας ἀνθρώπινης φύσεως. Κατέβηκε λοιπόν ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ μαζί μέ τή σάρκα στόν τάφο· κατέβηκε δέ καί στόν Ἅδη μαζί μέ τήν ἀκήρατη καί θεία Ψυχή Του πού χωρίσθηκε ἀπ᾿ τό σῶμα μετά τόν θάνατο, τήν ὁποία καί στά χέρια τοῦ Πατέρα παρέδωκε μέ φωνή μεγάλη λέγοντας (κατά τόν Εὐαγγελιστή Λουκᾶ): «Πάτερ, εἰς χεῖράς σου παρατίθεμαι τὸ πνεῦμά μου»², στόν ὁποῖο ἄναρχο Πατέρα Του πρόσφερε καί τό ἴδιο Του τό Αἷμα χωρίς νά τό ζητήσει, γιά νά λυτρώσει ἐμᾶς τούς κατάκριτους. Καί δέν κρατήθηκε στόν Ἅδη ἡ Ψυχή τοῦ Κυρίου μας, ὅπως οἱ ψυχές τῶν ἄλλων Ἁγίων, ἐπειδή δέν εἶχε ὁλότελα καμμία μετοχή, -καθώς οἱ ἄλλες ψυχές-, στήν κατάρα τῶν προπατόρων τοῦ γένους μας· καί ἡ Θεότητα ἦταν ἄκρως καί τελείως ἑνωμένη μ᾿ αὐτή (τήν Ψυχή) καί μέ τό Σῶμα, καί στόν Σταυρό καί στόν Τάφο, χωρίς νά πάσχει τίποτε ἀπό τά ἀνθρώπινα.
Καί φθορά μέν ἔπαθε τό Σῶμα τοῦ Κυρίου, πού εἶναι ὁ χωρισμός τῆς Ψυχῆς ἀπό τοῦ Σώματος, διαφθορά ὅμως, δηλαδή, διάλυση τῆς σάρκας καί ἀφανισμό τῶν μελῶν, διόλου δέν ἔπαθε, οὔτε κατ᾿ ἐλάχιστον.

Κι᾿ ἀφοῦ, ὅπως εἴπαμε χθές, ὁ Ἰωσήφ ἔθαψε τό Θεῖο Σῶμα τοῦ Κυρίου, οἱ Ἰουδαῖοι πήγανε στόν Πιλάτο καί τοῦ εἶπαν: «Ἀφέντη, θυμηθήκαμε, ὅτι ἐκεῖνος ὁ πλάνος, ὅταν ἀκόμα ζοῦσε, εἶπε· ὅτι ὕστερα ἀπό τρεῖς ἡμέρες ἀνασταίνομαι. Λοιπόν, παρακαλοῦμέ σε, πρόσταξε τούς στρατιῶτες σου, νά κάμουν ὅσο εἶναι δυνατόν καλύτερη ἀσφάλεια στόν Τάφο, γιά νά μή τύχει καί πᾶνε τή νύκτα οἱ Μαθητές του καί τόν κλέψουν, κ᾿ ἔπειτα κηρύξουν στόν κόσμο ὅτι ἀναστήθηκε ἀπό τούς νεκρούς, καί τότε θ᾿ ἀκολουθήσει ἡ ἔσχατη πλάνη ἡ ὁποία θἆναι χειρότερη τῆς πρώτης»³. Κι᾿ ὅ,τι ζήτησαν, τούς δόθηκε ἡ ἄδεια κι᾿ ἔκαμαν ἔτσι ὅπως τό ἤθελαν. Ἀλλ᾿ ὅμως, ὦ κακοί συκοφάντες, ἄν ἦταν πλάνος ὁ Χριστός, τί φοβεῖσθε ἀπ᾿ τά λόγια τοῦ πλάνου πού εἶπε ὅταν ζοῦσε, ἀφοῦ τώρα πλέον τόν θανατώσατε; Ὁμολογουμένως, λοιπόν, πέθανε καί ἐξ ἀνάγκης πρέπει νά ὁμολογηθεῖ τοῦτο. Πότε δέ, καί ποῦ φαίνεται νά εἶπε δημοσίως στούς Ἰουδαίους ὅτι: Μετά τρεῖς ἡμέρες ἐγείρομαι; Ἴσως τοῦτο νά τό συμπέραναν ἐκεῖνοι ἀπό τό παράδειγμα τοῦ Ἰωνᾶ. Καί στοχασθεῖτε, Χριστιανοί, πώς ὅσα ἐκεῖνοι οἱ ἀγνώμονες ἔπρατταν, ἦσαν ὅλα ἀντίθετα στήν ἐπιθυμία τους. Διότι οἱ ἴδιοι οἱ φύλακες τούς ὁποίους ἔβαλαν νά φυλάττουν τόν Τάφο, ἐκεῖνοι στάθηκαν ὕστερα καί μάρτυρες τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Ἀλλ᾿ ὁ Ἅδης, ἀπό τώρα κάτω συστρέφεται καί ἰλιγγιᾷ αἰσθανόμενος πώς πάσχει ἀπό κραταιότατη καί ἀήττητη δύναμη. Γι᾿ αὐτό λοιπόν, ὕστερα ἀπό λίγο, διά τῆς ἄδικης καταπόσεως τοῦ Χριστοῦ πού εἶναι ὁ στερρότατος καί ἀκρογωνιαῖος Λίθος, θά ἔχει νά ξεράσει κι ὅλους ἐκείνους, πού ἐξ ἀρχῆς κατέφαγε καί τήν παμφάγο του γαστέρα γέμισε.

       Τῇ ἀνεκφράστῳ Σου συγκαταβάσει, Χριστὲ ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς! Ἀμήν. 

____________
* «Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν» τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου. Διασκευασμένο φραστικῶς ὑπὸ ἱερομ. Ν. ἁγιορείτου.

_____________
1. Ἀπό τό ἑβραϊκό šabbắt: ἀνάπαυση, κατάπαυση.
2. Λουκ. κγ΄ 46.
3. Πρβλ. Ματθ. κζ΄ 63-64.