Κυριακή 26 Απριλίου 2020

Ἄν πιστεύαμε στήν Ἀνάστασι !



Ἄν πιστεύαμε στήν Ἀνάστασι !

Ἀρχιμ. Δανιὴλ Ἀεράκη*


     Ἄν πιστεύαμε στήν Ἀνάστασι, θά βλέπαμε τήν ἀνάστασι τῆς  φ ύ σ ε ω ς  σάν εἰκόνα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Θάβεται καί σαπίζει ὁ κόκκος. Σάν ἔρχεται ὅμως ἡ ἄνοιξις, ἀνασταίνεται. «Ἡ ζωή ἐν τάφῳ».
     • Ἄν πιστεύαμε στήν Ἀνάστασι, θά βλέπαμε τήν Ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ σάν ἀπόδειξι καί τῆς  δ ι κ ῆ ς  μ α ς  ἀναστάσεως. Ἄν οἱ νεκροί δέν ἀνασταίνωνται, οὔτε ὁ Χριστός ἀναστήθηκε. «Εἰ ἀνάστασις νεκρῶν οὐκ ἔστιν, οὐδέ Χριστός ἐγήγερται» (Α΄ Κορ. ιε΄ 13).
• Ἄν πιστεύαμε στήν Ἀνάστασι, δέ θά φοβόμασταν  τ ό  θ ά ν α τ ο. Δέν θά ζούσαμε τήν τρομοκρατία τοῦ θανάτου. «Θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν» (κανών Πάσχα). Νά πῶς οἱ μάρτυρες, καί μικρά ἀκόμη χριστιανόπουλα, μέ χαρά ἀτενίζουν τό θάνατο. «Ποῦ σου, θάνατε, τό κέντρον;» (Α΄ Κορ. ιε΄ 55. Ὠσ. ιγ΄ 14).
• Ἄν πιστεύαμε στήν Ἀνάστασι, δέν θά θρηνούσαμε τούς νεκρούς. Θά στεκόμασταν στό  φ έ ρ ε τ ρ ο  τοῦ δικοῦ μας προσώπου, ὅπως στέκει ἡ μητέρα  πάνω ἀπ᾿ τήν κούνια τοῦ μωροῦ πού κοιμᾶται.
Ὁ θάνατος δέν εἶναι ἀφανισμός. Ὕ π ν ο ς  εἶναι. Ὁ Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός ἔλεγε: «Ὁ θάνατος εἶναι ἕνας μεγάλος ὕπνος, καί ὁ ὕπνος ἕνας μικρός θάνατος».
Ὁ θάνατος δέν εἶναι μηδενισμός. Εἶναι διάβασις ἀπ᾿ τή μιά ὄχθη τοῦ ποταμοῦ στήν ἄλλη. Π ά σ χ α  ἐξάλλου σημαίνει  δ ι ά β α σ ι ς. Περνᾶμε ἀπ᾿ τά χαμηλά στά ὑψηλά, ἀπ᾿ τήν παροδικότητα στή μονιμότητα, ἀπ᾿ τήν ἐπίγεια ζωή στήν αἰωνιότητα.
• Ἄν πιστεύαμε στήν Ἀνάστασι, θά ἦταν καί ἡ τωρινή μας ζωή  ἀ ν α σ τ η μ έ ν η. Πῶς μποροῦμε νά μιλᾶμε γιά Ἀνάστασι ὅσο παραμένουμε θαμμένοι σέ μνήματα κακίας καί διαφθορᾶς; «Ἀνάστασις καί μέσα στήν καρδιά μας, πού μαῦροι τήν μαράνανε χειμῶνες». Ἀνάστασις στίς οἰκογένειες. Ἀνάστασις στήν κοινωνία. Ν᾿ ἀναστηθοῦμε. Νά γίνουμε πιό ἀνθρώπινοι, καλύτεροι, τιμιώτεροι, σεμνότεροι, δικαιότεροι. Νά ζήσουμε ἀνανεωμένη ζωή. «Ἐν καινότητι ζωῆς περιπατήσωμεν» (Ρωμ. στ΄ 4).
• Ἄν πιστεύαμε στήν Ἀνάστασι, δέν θἄμασταν ὑλιστές καί ἡδονιστές. Ἄν δέν ὑπάρχη ἀνάστασις καί αἰώνια ζωή, τότε ἄς τό ρίξουμε στό φαγοπότι καί στά ὄργια. «Εἰ νεκροί οὐκ ἐ-γείρονται, φάγωμεν, πίωμεν· αὔριον γάρ ἀποθνήσκομεν» (Α΄ Κορ. ιε΄ 32).
• Ἄν πιστεύαμε στήν Ἀνάστασι, θά ἤμασταν δυνατοί. Οἱ Μαθητές ἔγιναν ἀτρόμητοι μετά τήν Ἀνάστασι. Ἡ Ἀνάστασις εἶναι ρεῦμα οὐράνιο. Διαπερνᾶ τόν ἄνθρωπο καί τόν γιγαντώνει. «Γνῶναι Αὐτόν καί τήν δύναμιν τῆς Ἀναστάσεως Αὐτοῦ» (Φιλιπ. γ΄ 10).
• Ἄν πιστεύαμε στήν Ἀνάστασι, θά κερδίζαμε τά δυό μεγάλα δῶρα τοῦ ἀναστάντος Κυρίου: τήν  ε ἰ ρ ή ν η  καί τή  χ α ρ ά. Ἡ εἰρήνη καί ἡ χαρά ὑπάρχουν κάποτε στά χείλη. Ἀνάγκη νά θρονιαστοῦν στήν καρδιά. Νά μήν εἶναι μόνο ὄνειρα. Νά γίνουν καί πραγματικότητες.

*[Περιοδικὸ «Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής», τεῦχ. 494, Μάϊος 2006, σ. 77.]